Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗ

Κρίση - αποανάπτυξη
Παρακάτω αναδημοσιεύουμε άρθρο με τιτλο
Η κριση του Homo Oikonomicus
____________________________________________________
_____________________________________________________

Η κρίση του Homo Oikonomikus

Οικονομική Ανάπτυξη – Αειφόρος Ανάπτυξη – Πράσινη Ανάπτυξη,
ή ...... Αποανάπτυξη;

του Γιάννη Χριστοφοράκη



….. Ένα τοπίο στην Ομίχλη σε έναν κόσμο που δεν ξέρει που πάει …..
( απόσπασμα από τη συνέντευξη του Θεόδωρου Αγγελόπουλου στην πρεμιέρα της ταινίας του ‘ Η σκόνη του Χρόνου’ )



Κρίση. Μια πολύ συνηθισμένη λέξη στο καθημερινό λεξιλόγιο των τελευταίων δεκαετιών.
Οικονομικές κρίσεις, οικολογική κρίση, επισιτιστική κρίση, κρίση αξιών κ.λ.π.
Τελευταία δε, με τη λεγόμενη κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η λέξη κρίση είναι η πλέον δημοφιλής.
Όμως, όπως αναφέρει ο γνωστός διανοητής Andre Gorz στο βιβλίο του «Οι δρόμοι του παράδεισου»(στο οποίο αναφερόμαστε και σε άλλα σημεία παρακάτω ) : “Οι περίοδοι κρίσης είναι περίοδοι μεγάλης ελευθερίας. Ο κόσμος αποδιαρθρώνεται, οι κοινωνίες αποσυντίθενται, οι ελπίδες και οι αξίες με τις οποίες ζήσαμε καταρρέουν. Το μέλλον παύει να είναι η προέκταση των προηγούμενων τάσεων. Η κατεύθυνση των πραγμάτων είναι συγκεχυμένη, η πορεία της ιστορίας μένει μετέωρη”.
Η μετέωρη, λοιπόν, ιστορία αναδιπλώνεται, αφουγκράζεται τον εαυτό της για να επιχειρήσει την έξοδο της.
Όπως φαίνεται εδώ και κάμποσες δεκαετίες η κυριαρχούσα οικονομική και κοινωνική τάξη πραγμάτων καταρρέει, αφού είναι επίσης γνωστό ότι και η έκφραση «ανάκαμψη της οικονομίας» είναι πολύ συνηθισμένη τις τελευταίες δεκαετίες,και είναι φυσικό να υπάρχουν λυσσαλέες προσπάθειες από μεριάς αδρανών δομών του συστήματος να συντηρήσουν τη νεκροζώντανη πλέον τάξη πραγμάτων.
Αυτή η πολυδιάστατη κρίση που μαστίζει την ανθρωπότητα ανιχνεύεται στα περιεχόμενα «αποστεοποιημένων» εννοιών που αποτελούν συστατικά μέρη της υφιστάμενης τάξης πραγμάτων, όπως ‘Οικονομία της αγοράς’, κρατικισμός (και πρώην υπαρκτός σοσιαλισμός), οικονομισμός, βιομηχανισμός, τεχνοεπιστήμη, οικονομική Ανάπτυξη, εργασία κ.λ.π.

Αντερο-γαρδουμοσκωτο-φλεμονo-κάπουλά σου
ποτέ δεν τα κατάλαβα τα λόγια τα δικά σου

(στίχοι τραγουδιού των Χαϊνηδων)


Μετά από πολλά χρόνια δοκιμασίας των κοινωνιών φαίνεται πλέον να μην επιβεβαιώνεται, η αυθαίρετη υπόθεση του Μοραλ Φιλοσόφου Adam Smith, ότι δηλαδή η αόρατος χειρ της αγοράς θα μετέτρεπε την κοινωνία με τα από τη ‘φύση τους εγωιστικά άτομα’ (όπως θεωρείται αξιωματικά ακόμη και από τα σύγχρονα οικονομικά ευαγγέλια) και με την αρχή της ‘πεφωτισμένης ιδιοτέλειας’, σε μιαν ευτυχισμένη και ευημερούσα κοινωνία αλληλεγγύης και αλτρουισμού .
Τελικά η ‘αόρατος χειρ’ μάλλον το αντίθετο επέτυχε. Απελευθέρωσε και δημιούργησε ευνοϊκό πεδίο για να δράσουν όλα τα άγρια ένστικτα του ατόμου. Απληστία, πλεονεξία, ματαιοδοξία, εξουσιομανία κ.λ.π. ακμάζουν. Φαίνεται σαν να επικρατεί μια κατάσταση πολέμου όλων εναντίον όλων.
Παράβλεψε, ίσως, ο καλοπροαίρετος Φιλόσοφος ότι ο άνθρωπος δεν είναι εξ ορισμού μόνον ιδιοτελές και εγωιστικό ον αλλά ότι στην ανθρώπινη φύση και τις ανθρώπινες σχέσεις επικρατεί και η έννοια του Δώρου, της αλληλοβοήθειας, της κοινωνικής ευπροσηγορίας, που εξακολουθούν να διέπουν ένα, όχι αμελητέο, τμήμα των διαπροσωπικών σχέσεων.
Σε παλαιότερες κοινωνίες υπήρχε άμιλλα γενναιοδωρίας όπου απουσίαζαν εντελώς οι εμπορευματικές σχέσεις. Υπήρχε ευχαρίστηση στο να δίνεις, να συνδράμεις, να προσφέρεις χωρίς προσδοκία ανταλλάγματος, όπως και στο να δέχεσαι χωρίς αντάλλαγμα, έννοιες εγγενείς στην αγάπη, την αφοσίωση, την αλληλεγγύη. Οι άνθρωποι βίωναν τις ανθρώπινες σχέσεις σαν αμοιβαίο πλούτισμα της ύπαρξης χωρίς το οποίο η ζωή δεν έχει νόημα. Οι σχέσεις φιλίας και αγάπης βασίζονται στην επιθυμία να δίνεις.
Σήμερα, με την πλήρη επικράτηση της ‘αοράτου χειρός της αγοράς’ οι σχέσεις μετασχηματίζονται σε ψυχρές, κωδικοποιημένες, νομικές, μηχανικές σχέσεις, όπου η ανθρώπινη ζεστασιά και η ευτυχία είναι πλέον τα ζητούμενα.
Για μας τους Έλληνες αυτό είναι κατανοητό, διότι έννοιες όπως Δώρο, φιλοξενία, φιλότιμο, αλληλοβοήθεια κ.λ.π. αποτελούν μέρος των βαθιών παραδόσεων μας και έχουν παραμείνει - έστω και κάπως ξεθωριασμένες - μέσα στο πετσί μας, παρά τις κοινωνικές παραμορφώσεις της ‘αοράτου χειρός της αγοράς’.
Ο κύριος, λοιπόν, στόχος της οικονομικής τάξης πραγμάτων, με βασικό εργαλείο της την αγορά, δηλαδή η βελτίωση των συνθηκών της ανθρώπινης ζωής πάνω στον πλανήτη, φαίνεται να αποτελεί μόνο ευχολόγιο. Η ανθρωπότητα μοιάζει να οδεύει συνεχώς σε αδιέξοδα.
Οι πλούσιες χώρες κινούνται σε χαοτικές τροχιές υπαρξιακού κενού, στις οποίες ο υπερτεχνολογικός καταναλωτισμός αναπαράγει φαντασιακά ιδεώδη και ηθικό εκχυδαϊσμό. Οι φτωχές χώρες ακροβατούν στα όρια της επιβίωσης, εκατομμύρια άνθρωποι μετακινούνται λόγω φτώχιας και πολέμων, οι πόλεις παραπαίουν μέσα στα ναρκωτικά, την ανεργία, τους άστεγους και την εγκληματικότητα, ο πόλεμος είναι καθημερινό γεγονός. Το νερό αρχίζει να σπανίζει, η υπερθέρμανση του πλανήτη μας απειλεί με ανατριχιαστικά σενάρια βιβλικών διαστάσεων.
Φυσικά, αυτονόητη ερώτηση είναι : δεν πηγαίνουμε τα τελευταία χρόνια όλο και καλύτερα ;
Ακόμα κι αν έτσι φαίνεται στους ανθρώπους των «ευνοημένων χωρών του πλανήτη», το σίγουρο είναι ότι το πρόβλημα της κατανομής δεν έχει λυθεί. Αντιθέτως, ο συνεχώς θερμαινόμενος πλανήτης οδηγείται ολοένα και γρηγορότερα σε συγκρουσιακές καταστάσεις λόγω των πρώτων υλών. Το χάσμα ανάμεσα σε αυτούς που έχουν τα πάντα και σε εκείνους που δεν έχουν τίποτα, μεγαλώνει. Ακόμα και σε χώρες όπου η ανάπτυξη προχωρεί με ραγδαίους ρυθμούς, τα παραπάνω προβλήματα αυξάνονται και μάλιστα γρήγορα.
Και αν ο μηχανισμός της αγοράς, με σημαία την ‘οικονομική ανάπτυξη την τεχνοεπιστήμη και το βιομηχανισμο‘, οδηγεί σε ουρές μπροστά στα ταμεία κοινωνικής πρόνοιας, σε λυσσαλέους αγώνες για την κατάκτηση αγορών, σε ανισότητες, σε πολέμους κ.λ.π., ο πάλαι ποτέ κρατικός κολεκτιβισμός με το μηχανισμό του κράτους οδήγησε -με την ίδια ακριβώς σημαία- σε ουρές μπροστά στα καταναλωτικά αγαθά, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, σε άλλου είδους ανισότητες, πολέμους κ.λ.π.
Όλες οι κυρίαρχες, προτεινόμενες λύσεις εξόδου από την κρίση φαίνονται σαν να είναι αγχώδεις προσπάθειες να διασωθεί μια καθεστηκυία τάξη που, αμήχανα και συμπτωματικά, ταλαντεύεται ανάμεσα σε διάφορα ιδεολογήματα, αποκαλούμενα πότε αριστερά και πότε δεξιά, με κοινή συνιστώσα τη λεγόμενη οικονομική ανάπτυξη, δηλαδή τη συνεχή παραγωγή πλούτου.

Υπάρχει πάντα κάποια Φιλοσοφια οταν απουσιαζουν οι αξίες
( Α. ΚΑΜΥ)


Συνεχής Οικονομική Ανάπτυξη. Ίσως το ισχυρότερο ‘θεσμισθέν κοινωνικό φαντασιακό της έσχατης νεωτερικότητας’.
Μια ‘αέναος παραγωγή πλούτου’ είναι ένα πρόταγμα το οποίο είναι αδύνατο να τεκμηριωθεί στο πλαίσιο μιας ισορροπημένης σχέσης ανθρώπου – φύσης.
Ήδη, στα μέσα του 19 αιώνα, ο φιλελεύθερος οικονομολόγος Τζον Στιούαρτ Μιλ στο έργο του «Αρχές της πολιτικής οικονομίας» αμφισβήτησε την αλόγιστη οικονομική μεγέθυνση, κρίνοντάς την ακατάλληλη για την ανθρώπινη φύση, αντιπροτείνοντας τη «στάσιμη κατάσταση».
Η Οικονομική Ανάπτυξη είναι μέχρι σήμερα παγκοσμίως η λιγότερο συγκρουσιακή λύση στην παγκόσμια κοινωνία. Ανατολή-δύση, βοράς-νότος, ελεύθερη οικονομία ή κρατικισμός, βιομήχανοι και συνδικάτα. Όλοι φέρουν στη σημαία τους το έμβλημα της ‘οικονομικής ανάπτυξης’.
Το κυρίαρχο σήμερα μότο παραλογισμού, είναι: «ανάπτυξη ή θάνατος» που είναι αντιθετικό, στις ανθρώπινες ανάγκες και την οικολογική βιωσιμότητα.
Και ο μαρξισμός φετιχοποίησε την ανάπτυξη, το βιομηχανισμό και την επιστήμη, που θα έφερναν την απελευθέρωση των ανθρώπων.
‘Η οικονομία πρέπει να αυξάνεται’, δηλαδή περισσότερη παραγωγή πλούτου με τον κύκλο: μεγαλύτερη παραγωγικότητα, ίσον μεγαλύτερη κατανάλωση, ίσον μεγαλύτερος τζίρος, ίσον μεγαλύτερες και περισσότερες επενδύσεις, ίσον ακόμη μεγαλύτερη παραγωγικότητα, ίσον ακόμα μεγαλύτερη κατανάλωση και πάει λέγοντας διότι οι ανάγκες του homo oikonomikus είναι απεριόριστες, αδηφάγες κ.ο.κ.
Αυτή είναι η επικρατούσα αντίληψη της πορείας προς την ευτυχία.
Η σημερινή «δικτατορία» του οικονομισμού, με την ιδεοληψία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, επιτρέπει ( ίσως και επιβάλλει) τον παραλογισμό, ότι κάθε παραγωγή και κάθε δαπάνη αυξάνουν το ΑΕΠ, δηλαδή, έμμεσα, την ευημερία μας, ακόμα και εκείνες (παραγωγές και δαπάνες) που είναι βλαβερές όπως και εκείνες που είναι αναγκαίες για να εξουδετερώσουν τα αποτελέσματα των πρώτων.
Ας πάρουμε ένα υποθετικό παράδειγμα, ότι μέσα από ένα κλίμα ανασφάλειας, τρόμου και υστερίας που καλλιεργείται, σκοπίμως ή κατά λάθος, για μια υποτιθέμενη ή μη, ασθένεια που είναι πιθανό να προσβάλλει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, ουσιαστικά προτρέπονται οι άνθρωποι να προβούν πανικόβλητοι σε μαζική αγορά εξειδικευμένων φαρμάκων, ιατρικών αναλωσίμων και ειδικού εξοπλισμού, με τεράστιες αυξήσεις των τζίρων και του κύκλου εργασιών όλων των εμπλεκόμενων εμπορικών δικτύων. Φυσικά, τότε θα έχουμε μια αύξηση του ΑΕΠ.
Επίσης, οι δαπάνες για την αποκατάσταση των παραπάνω επιπτώσεων (ανακύκλωση μη χρησιμοποιηθέντων υλικών, αποκομιδή και αδρανοποίηση των μη χρησιμοποιηθέντων φαρμάκων και αναλωσίμων κ.λ.π. που πουλήθηκαν) ως και δαπάνες αποκατάστασης ψυχωτικών καταστάσεων του πληθυσμού που πρόεκυψαν από το κλίμα ανασφάλειας και φόβου, αυξάνουν το ΑΕΠ αλλά ουδόλως την ευημερία.
Η ιστορία του βιομηχανικού οικονομισμού σέ ό,τι αφορά τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα παραφροσύνης.
Μάλλον στο μεσσιανικό χαρακτήρα της ’θρησκείας της οικονομίας‘ οφείλεται η ‘εκ των ουκ άνευ’ αποδοχή του δόγματος αυτού από την κοινωνία.
Τα Ευαγγέλια των οικονομικών παραγόντων (μεγαλύτερη αποδοτικότητα (κεφαλαίου) = μεγαλύτερη ανάπτυξη = πρόοδος) αναπαραγόμενα καθημερινά από τα ΜΜΕ και αναμασώμενα από κάθε είδους ‘ειδήμονες’ και Μέσα Πληροφόρησης, κατάντησαν να αποτελούν κάτι σαν καθημερινό τελετουργικό δήλωσης πίστης, μιας κοινωνίας που επιβεβαιώνει τη λατρευτική της αφοσίωση στη Θρησκεία της Οικονομίας.
Κεφάλαια (πλούτος) που είναι κάπου τοποθετημένα και δεν μεγεθύνονται ισοδυναμεί με καταστροφή. Λες και έχουν ανακαλύψει το perpetuum mobile (αεικίνητον).
Οποιαδήποτε πισωγυρίσματα, κρίσεις, θύματα ή πόνος προκύπτουν στην πορεία αυτού του διαρκούς αγώνα εκλαμβάνονται (εδώ και μια ζωή) σαν προσωρινές καταστάσεις, σαν κακά περιορισμένης χρονικής διάρκειας, μετά τα οποία, η παραγωγή θα αυξηθεί ξανά και θα μας κάνει πάλι πλουσιότερους.


Έτσι κι αλλιώς είναι σικέ ετούτος ο αγώνας …
(Αναφέρει λιτά στίχος τραγουδιού των αδελφών Κατσιμίχα).


Με την «καραμέλα» της παγκοσμιοποίησης διευρύνεται το πεδίο δράσης των ‘αγορών’ στα πέρατα της γης που βρίσκουν εύφορο έδαφος σε απροετοίμαστες χώρες και αμόλυντες κοινωνίες, σαρώνοντας τις αγροτικές δομές μικρών κλήρων και προκαλώντας εσωτερικές μεταναστεύσεις σε μεγαπόλεις, εμπορευματοποιώντας τις μέχρι πρότινος παραγωγικές δομές που ακολουθούσε η συντριπτική πλειοψηφία των πληθυσμών και που βασίζονταν στην αυτοπαραγωγή, στο μικρό κλήρο, στις πολυκαλλιέργειες, σε αγροτοκτηνοτροφικες δραστηριότητες κ.λ.π.
Τα Ευαγγέλια της ανάπτυξης, του εκσυγχρονισμού και της προόδου, κατάντησαν τους ανεξαρτήτους μικροκαλλιεργητές, παρίες των μεγαλουπόλεων σε συνθήκες ανέχειας και εξαθλίωσης, αναγκάζοντας τους να εργάζονται σε τριτοκοσμικές βιομηχανίες, υπό άθλιες συνθήκες και δουλοκτητικές σχέσεις, παράγοντας έτσι φθηνά προϊόντα για τις λεγόμενες ‘ανεπτυγμένες’ χώρες. Ουσιαστικά, με τον τρόπο αυτό, επανεφευρέθηκε η αποικιοκρατία σε μοντέρνα έκδοση.
Όλοι οι διεθνείς οργανισμοί βοήθειας και ανάπτυξης, ΟΗΕ, UNESCO, UNICEF, Διεθνής Τράπεζα, υποχρεωθήκαν να παραδεχτούν το προφανές : ότι δηλαδή η πείνα και η εξαθλίωση δεν πρόκειται να εξαλειφθούν μέσα από την οικονομική ανάπτυξη βιομηχανικού τύπου, αλλά με πολιτικές πρόσβασης σε μέσα αυτοπαραγωγής (και συγκεκριμένα τη γη) .


Όλες σου οι ανάγκες προμελετημένες
Φάτε, πιείτε μάγκες έτοιμη ζωή……
Κι έρχεται φθινόπωρο κι έρχεται ο χειμώνας έρχεται φθινόπωρο μ' άνοιξη καμιά.
(Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου, τραγούδι: Άλκηστις Πρωτοψάλτη)


Όμως και στις λεγόμενες ανεπτυγμένες χώρες αυτός ο κύκλος της ανάπτυξης απαιτεί, για την ανατροφοδότηση του, έναν άλλο κύκλο τρέλας.
Με την ανάγκη να παράγουμε άχρηστα προϊόντα προς χάριν της αύξησης του πλούτου, η υφιστάμενη οικονομική τάξη δεν παράγει μόνο προϊόντα, αλλά είναι υποχρεωμένη να παράγει και καταναλωτές για αυτά. Έννοιες, όπως «βασικές ανάγκες» δεν είναι αποδοτικές. Οι άνθρωποι σήμερα βρίσκονται σε σύγχυση για το τι είναι «βασικές ανάγκες».
Κάθε κύκλος συσσώρευσης προϊόντων, για να τεθεί σε κίνηση, απαιτεί κατασκευή καταναλωτών, γεγονός για το οποίο επιστρατεύονται όλα τα μέσα. Για προϊόντα για τα οποία δεν υπήρχαν ανάγκες, οι ανάγκες πρέπει να επινοηθούν και το μεγάλο στοίχημα είναι η κατασκευή καταναλωτών. Στην τελευταία αναπτυξιακή περίοδο, εντάθηκαν οι προσπάθειες να παραχθούν με το ζόρι καταναλωτές (εκτός από τις απανταχού διαφημίσεις που είναι αναπόφευκτο να μη τις αντικρίσεις, είναι γνωστό το κυνήγι που γίνεται τηλεφωνικά στα σπίτια μας, οι διάφορες επίσημες πολιτικές επιδοτήσεων προϊόντων κ.λ.π., κ.λ.π.).
Τα τελευταία χρόνια μπορεί κανείς να παρατηρήσει στα ΜΜΕ μια μετατόπιση του λεξιλογίου από την έννοια του ‘πολίτη’ στην έννοια του «καταναλωτή» και από την έννοια της ‘κοινωνίας’ στην έννοια της «αγοράς» (εκφυλισμός και εκχυδαϊσμός της ομόηχης αρχαίας ελληνικής λέξης) (π.χ. Στις ειδήσεις της περιόδου των γιορτών δεν αναφέρεται ότι οι άνθρωποι κατεβαίνουν στο κέντρο για να αγοράσουν κάποια γιορτινά είδη, αλλά «πως αντέδρασαν οι καταναλωτές» και «πως κινήθηκαν οι αγορές» και πως σκοπός κάθε ανθρωπομηχανής είναι να περιφέρεται αενάως στις αγορές για να ανακαλύψει που ευρίσκεται το κατά ένα- δύο λεπτά φθηνότερο είδος, για τους σκοπούς της ανταγωνιστικότητας της αγοράς).
Η ιδιότητα του πολίτη παρακμάζει.
Ο χορός του εκχυδαϊσμού και της εκπόρνευσης της ανθρώπινης φύσης καλά κρατεί.

Για ένα κομμάτι ψωμί, δε φτάνει μόνο η δουλειά. Για ένα κομμάτι ψωμί, πρέπει να δώσεις πολλά…… Δεν φτάνει μόνο το μυαλό σου, δε φτάνει μόνο το κορμί σου. Το πιο σπουδαίο είν' η ψυχή σου, δικέ μου……

Και κάποια μέρα θα σε λύσουν, μα θα φοβάσαι να φύγεις, θα τρέμεις. Θα σε κλωτσάνε και θα σ' αρέσει, δικέ μου.

(Στίχοι γνωστού τραγουδιού των αδελφών Κατσιμίχα)


Και η εργασία μετατρέπεται κι αυτή σε μιαν αδυσώπητη σπατάλη ανθρώπινης ενέργειας, με σκοπό την ενσωμάτωση του ατόμου στον παραπάνω κύκλο του παραλογισμού.
Έπαψε, πλέον, να αποτελεί το δημιουργικό εργαλείο της επιβίωσης και μετατρέπεται σε μια ανελέητη κατάθλιψη και «οριοθέτη» της ζωής.
Ιδιαίτερα, η υποτέλεια στο μισθωτό εξαναγκασμό για την επιβίωση γίνεται δεύτερη ανθρώπινη φύση.
Οι επαναστάσεις της τεχνολογίας στα μέσα παραγωγής και η παραγωγικότητα της κοινωνίας δεν έχουν επιφέρει το υποσχόμενο αντίστοιχο αντίκρισμα μιας ξεκούραστης και δημιουργικής κοινωνίας, αλλά, αντιθέτως οδηγούν την κοινωνία σε ολοένα μεγαλύτερη εξουθένωση.
Η σημερινή ‘ιδεολογία της εργασίας’ των ανεπτυγμένων βιομηχανικών κοινωνιών αποκρύπτει επιμελώς ότι το φυσικό επακόλουθο μιας βιομηχανοποιημένης κοινωνίας είναι η αντίστοιχη μείωση της κοινωνικά αναγκαίας ποσότητας εργασίας και αντί να προτείνει περισσότερο ελεύθερο χρόνο, προτείνει την επιλογή ανάμεσα σε εργασία πλήρους απασχόλησης και ανεργία πλήρους απασχόλησης. Ο ελεύθερος χρόνος παρουσιάζεται σαν συμφορά.
Αντίθετα με τις παλαιότερες κοινωνίες, ο βιομηχανισμός επέβαλε την εργασία σαν μια δραστηριότητα αποκομμένη απ’ τη ζωή, ο χώρος εργασίας δεν είναι χώρος ζωής και ο εργάσιμος χρόνος έπαψε να είναι προσαρμοσμένος στις εποχές και τους βιορυθμούς. Τρέχουμε να προλάβουμε τον ελεύθερο χρόνο. Ο δεσποτισμός του χρονόμετρου αφαιρεί το χρόνο εργασίας απ’ το χρόνο ζωής και η επανεφεύρεση του μη οικονομικού πλούτου έχει μικρές πιθανότητες να υπάρξει.
Οι σημερινοί οπαδοί της θρησκείας της μισθωτής εξαρτημένης εργασίας προπαγανδίζουν μιαν εργασία μέσα απ’ την οποία ο μισθωτός βιώνει την εξάρτηση του και που ουσιαστικά είναι μια εξουσία που ασκείται στην ζωή του. Αλλά και οι λεγόμενοι μικρομεσαίοι και ελεύθεροι επαγγελματίες, στην πλειοψηφία τους, σήμερα βιώνουν αντιστοίχως την καταπιεστική βία των ρυθμών μιας εξαρτημένης ζωής που κινείται αντιδιαμετρικά από τους φυσικούς ανθρώπινους ρυθμούς και μην έχοντας άλλη διέξοδο από το να αποδεχτούν το πεπρωμένο τους και να συμβιβαστούν με αυτό, συχνά προσπαθούν να πείσουν τον εαυτό τους, για λόγους ψυχικής άμυνας, ότι τους αρέσει.
Όλα, επίσης, τα πρώην σοσιαλιστικά καθεστώτα εξυμνούσαν και επέβαλλαν αυτή τη θρησκεία της εργασίας χωρίς να αναφέρουν την αλλοτρίωση που περιέχει.
Είναι, επίσης, γνωστό και από ολοκληρωτικά καθεστώτα αντίστοιχη προβολή της εργασίας. Ποιος δεν θυμάται εκείνο το Arbeit macht frei (η εργασία ελευθερώνει) στην είσοδο στρατοπέδων συγκέντρωσης των Ναζί ;
Σε αντίθεση με τα παραπάνω, οι αρχαίοι Έλληνες (F.Nietzsche: Κείμενα για την Ελλάδα) ‘υποτάσσονται στην αναγκαιότητα της εργασίας μόνον όταν ωθούνται από μια δημιουργική ενόρμηση’.
Αν πράγματι η εργασία ήταν ευχάριστη και ευεργετική δεν θα υπήρχε κανένας λόγος για να εξυμνείται. Η πίστη στην εργασία και η θρησκεία της αποδοτικότητας δεν πείθει ότι η ζωή μπορεί να συνεχιστεί έτσι. Ζητείται η ανθρώπινη ευτυχία.





Σαν έμαθε τη λέξη καλησπέρα, ο παπαγάλος είπε ξαφνικά
«είμαι σοφός, γνωρίζω ελληνικά, τι κάθομαι εδωπέρα!»
(Στίχοι Ζαχαρία Παπαντωνίου σε τραγούδι Μ. Πασχαλίδη )


Χρειάστηκε μια νέα επιστημονική ειδίκευση στους οικονομολόγους (economics of happiness) να ανακαλύψει!! (άκουσον-άκουσον!) μετά από δεκάδες έρευνες, μελέτες, χρηματοδοτήσεις και τόνους εκτυπωμένου χαρτιού, αυτό που έλεγαν πάντα οι απλοί σοφότεροι άνθρωποι: ότι το χρήμα από μόνο του δεν φτιάχνει ευτυχία, απεναντίας μάλιστα, το κυνήγι του χρήματος προκαλεί το αντίθετο.
Μέχρις ενός βαθμού, δηλ. μέχρι να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες, το χρήμα έχει την αξία του, αλλά από κει και ύστερα δεν συνεισφέρει στην ευτυχία.
Οι καταθλίψεις στην Αμερική και την Ευρώπη, τις τελευταίες 5 δεκαετίες, έχουν δεκαπλασιαστεί (με τους δείκτες ΑΕΠ και ευτυχίας να έχουν αντίθετες τάσεις) και σήμερα θεωρούνται από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας το απειλητικότερο προβλήματα υγείας. Η ‘Συνεχής οικονομική Ανάπτυξη’ και η αύξηση των καταθλίψεων είναι στατιστικά εξαρτώμενα μεταξύ τους.
Πέρα από κάποιο επίπεδο αγαθών, έτσι ώστε να παρέχεται κατά κάποιον τρόπο, ασφάλεια στην κάλυψη βασικών αναγκών, η αύξηση του πλούτου δεν συνεισφέρει στην ευτυχία. Αυτό που επιτυγχάνεται, σύμφωνα με την Ψυχολογία, είναι ανύψωση του κοινωνικού status και αυτό συνδέεται με την εξουσία. Δηλαδή, μια κοινωνία λυσσασμένη για σύμβολα κοινωνικής καταξίωσης -κυρίως από υλικά αγαθά- και καταραμένη να κυνηγά την επιτυχία με το λογαριασμό να τον πληρώνει κυρίως η αρμονία της γήινης βιόσφαιρας συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπινου ψυχισμού.
Μόνον όταν υπάρχει ανασφάλεια μπορεί να αντιλαμβάνεται κανείς την αύξηση του ΑΕΠ ως συγγενή με την ευτυχία.
Αποφασιστικοί παράγοντες για μια ισορροπημένη ζωή και την εσωτερική μας υγεία δεν είναι οι μετοχές και οι λογαριασμοί, αλλά οι αρμονικές ανθρώπινες σχέσεις (φιλία, συντροφικότητα, κοινωνική ζεστασιά κ.λ.π.)
Επίσης, πραγματική ευμάρεια δεν είναι δυνατό να υπάρξει χωρίς ανάπτυξη της βιόσφαιρας.
Η σημερινή ανθρώπινη αντίληψη - έτσι όπως την προτείνει ή την επιβάλλει η διαφήμιση - είναι ότι ο δρόμος για την ευτυχία περνά μέσα από την απεριόριστη εκπλήρωση των ολοένα και περισσότερων κατασκευασμένων επιθυμιών μας. Ότι, δηλαδή, ο άνθρωπος είναι ένα αδηφάγο ον, μια μηχανή κατασκευής και εκπλήρωσης επιθυμιών. Ουσιαστικά, όμως, αυτός είναι ο ορισμός της δυστυχίας.
Ο Αριστοτέλης, ήδη, χαρακτήριζε την Ευδαιμονία σαν μια ισορροπία των κλασσικών αρετών όπως του μέτρου, της γενναιότητας, της αφοσίωσης και της γενναιοδωρίας
Στο λεγόμενο ανεπτυγμένο δυτικό κόσμο ο εκμαυλισμένος τρόπος ζωής πλήττει επίσης εκτός από τον ψυχισμό του ατόμου και το σώμα, με την ασύδοτη κατανάλωση φθηνών, βιομηχανοποιημένων, fast τροφίμων, με αποτέλεσμα τις γνωστές ασθένειες: παχυσαρκία, καρδιαγγειακά, καρκίνος, διαβήτης, αλτσχάϊμερ, κ.λ.π. Το θεμέλιο της τυπικής δίαιτας σε υπερανεπτυγμένες, βιομηχανικές χώρες είναι ουσιαστικά τοξικά προϊόντα.

Σήμερα δεν περνάμε την κρίση του καπιταλιστικού συστήματος μόνο αλλά και της καθολικής σύλληψης του κόσμου και μιας ζωής στηριγμένης στη θεοποίηση της τεχνικής και την εκμετάλλευση του ανθρώπου.
Ερνέστο Σάμπατο (1998)


Σήμερα, στην εποχή του βιομηχανισμού και της τεχνοεπιστήμης, όλα αποσυντίθενται και μαζί τους η κοινωνία και το κράτος.
Τα κόμματα δεν εμπνέουν , η δημοκρατία και η ελευθερία είναι απ’ τις πλέον διαστρεβλωμένες έννοιες στο νεωτερικό λεξικό, όπως λέει ο Τ. Φωτόπουλος. Η δημοκρατία έχει γίνει ένα είδος αθλήματος για θεατές στο οποίο, το ευρύ κοινό επιλέγει πλευρά ανάμεσα σε ανταγωνιζόμενες ομάδες ειδικών. Η λατρεία του ειδικού αποκλείει ντεφάκτο την αμφισβήτηση και τη δυνατότητα παρέμβασης.Οι αλληλεπιδράσεις και οι αντιφάσεις παραγωγής-κοινωνίας -περιβάλλοντος, έχουν φύγει εκτός ελέγχου και μολονότι η πληροφορία έχει πολλαπλασιαστεί, υπάρχει αδυναμία διοίκησης των πραγμάτων.
Ο βιομηχανιστικός πολιτισμός, ενώ φαίνεται να είναι καταδικασμένος και να κυοφορεί το σπέρμα της καταστροφής του, αμύνεται με λύσσα, με κύριο μέντορα του - εκτός των άλλων - την τεχνοεπιστήμη.
Όπως αναφέρει ο Etgar Morin στο βιβλίο του ‘Η ζωή για τη ζωή’: Κυριαρχούμαστε από μια θανατηφόρα επιστήμη όπου το υποκείμενο πρέπει να μετατραπεί σε ένα τεχνούργημα που υπόκειται σε χειρισμό (ρομποτοποίηση.) Οι επιστήμονες παράγουν μια εξουσία πάνω στην οποία δεν έχουν καμία εξουσία. Αυτή η επιστήμη μεταφέρει και προεκτείνει τη βιομηχανιστική ιδεολογία στο πάθος της να κυριαρχήσει πάνω στους ανθρώπους και στη φύση.
Βλέπει την τεχνητή μηχανή σαν το οικουμενικό υπόδειγμα. Η ζωή ανάγεται σε ένα Βιολογικό μηχανισμό, τα φυτά σε χημικά εργοστάσια ..
Όλα μοιάζουν σαν να ήταν για μας η Φύση μια ατελής βιομηχανία, ο ζωντανός οργανισμός ένας ατελής μηχανισμός , ο εργάτης ένα ατελές ρομπότ, ….
Οτιδήποτε υπερβαίνει τη λογική της τεχνητής μηχανής εκδιώκεται από το πεδίο της: αυτονομία, ευαισθησία, ηθική, ζωή, άτομο, άνθρωπος, είναι αυταπάτες που πρέπει να εξαλειφθούν επιστημονικά.
Σήμερα φαίνεται σαν να δεχόμαστε κατά μέτωπο επίθεση εναντίον της ανθρωπότητας, ιδιαίτερα από την επιστήμη του μηχανιστικού οικονομισμού, η οποία διαμόρφωσε και εξέλιξε ένα μαθηματικά υπολογίσιμο υποκείμενο, κάτι σαν ‘Homo oikonomikus’, σαν μια μηχανή υπεραξίας που ενδιαφέρεται μόνο να καλύψει τις συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες του, παράγοντας και καταναλώνοντας ολοένα περισσότερα και φθηνότερα υλικά αγαθά. Η θαλπωρή μιας οικογένειας του χωριού, η φύση και η ίδια η ζωή είναι για αυτούς μια ουτοπία η οποία δεν μπορεί να περιγραφεί με μαθηματικούς όρους.
Η βιολογία, σαν επιστήμη της ζωής, ήταν η πρώτη επιστήμη που αποπειράθηκε την απελευθέρωση από το κράτος του οικονομισμού.
Είναι γεγονός όμως ότι ο βιομηχανικός πολιτισμός, με την τεχνόσφαιρα του και την οικονομολατρεία του, παράγει μιαν οργάνωση φτωχή, συγκεντροποιημένη και άκαμπτη που «προτίθεται» να εξημερώσει και να ορθολογικοποιήσει την οικόσφαιρα, δίχως να βλέπει ότι καταστρέφει την ικανότητα της να αυτοαναδιοργανώνεται και να αυτοαναγεννάται.
Είναι ένας πολιτισμός που δεν σταματά να ευνοεί τη ‘μηχανική’ σε σχέση με τη ‘βιολογική’ διάσταση, τις ‘μηχανές’ σε σχέση με τα ‘ζωντανά’.
Φαίνεται σαν να βρίσκεται ο ανθρώπινος νους σε μεγάλη σύγχυση.
Σήμερα γεννιέται πλέον ο άνθρωπος σε δοκιμαστικούς σωλήνες και εργαστήρια και η τεχνοεπιστήμη ενδιαφέρεται κυρίως για το πώς θα βελτιώσει την τεχνολογία στον τομέα της τεχνητής γονιμοποίησης, αντί να μελετήσει και να αποτρέψει τις αιτίες που οδηγούν σ αυτή την παρέκκλιση απ το ‘φυσικό’.
Σήμερα, ο άνθρωπος με τα επιστημοτεχνολογικά του επιτεύγματα μολύνει τη γη, καταστρέφει τη βιοποικιλότητα, εξαφανίζει φυτά και σπόρους χιλιάδων ετών, ερημοποιεί τον πλανήτη, απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από τη φυσική διατροφή και η τεχνοεπιστήμη κάνει προσπάθεια να βελτιώσει τεχνολογικά την παραγωγή τροφίμων - παράγοντας τροφές από πετροχημικά προϊόντα, βιομηχανικά συμπληρώματα τροφών ή άλλες χημικά παραγόμενες τροφές και προωθώντας τη βιοτεχνολογία και τα μεταλλαγμένα προϊόντα- αντί να μελετήσει και να αποτρέψει τις αιτίες που οδηγούν σ’ αυτή την παρέκκλιση απ το ‘φυσικό’.
Στον επιστήμονα, αυτό το είδος της τραγωδίας φαίνεται μάλλον σαν μια στιγμιαία ενόχληση, μια αναγκαία θυσία. Μένει σταθερός και αμετακίνητος στην πεποίθηση του ότι, η ανθρώπινη γνώση είναι ακόμα λίγο ατελής και κάποια μέρα θα γίνει πλήρης.
Ίσως όλη αυτή η ανθρώπινη πλάνη δημιουργείται από την «αδυναμία της λογικής» να ερμηνεύσει έναν κόσμο της σχετικότητας και της χαοτικότητας. Έτσι ο άνθρωπος καταστρέφει τη φύση και τη ζωή, με την πλάνη ότι τις ελέγχει.
Το αποτέλεσμα είναι πως οι ζωές μας απειλούνται, σήμερα, όχι μόνον απ’ αυτό που τις απειλεί, αλλά και απ’ αυτό που τις προστατεύει.
Στην αρχαία ελληνική σκέψη, παρά τα άλυτα ερωτήματα, κατακτήθηκε η ιδέα της αρμονίας της φύσης και γι’ αυτό ονομάστηκε «κόσμος» και παρά το ότι κατακτήθηκε και η ιδέα της υπεροχής του ανθρώπου, δεν επιχειρήθηκε τεχνολογική αλλοίωση του κόσμου, επειδή αυτός ως «κόσμημα» δεν ήταν επιδεκτικός τελειοποιήσεως ή βελτιώσεως απ’ τον άνθρωπο. Ήταν έργο των θεών ή του «νου» και όχι των ανθρώπων.
Αυτό που μας λείπει σήμερα, περισσότερο από όλα, δεν είναι να γνωρίσουμε αυτό που αγνοούμε, αλλά η ικανότητα να εντρυφήσουμε και να διαλογιστούμε σ΄αυτό που ήδη ξέρουμε.


Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα
κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο
τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο
(Μουσική: Μ. Χατζιδάκις, στίχοι: Ν. Γκάτσος)


Η γενική οικολογία είναι η πρώτη σύγχρονη επιστήμη για την οποία τα αποτελέσματα της τεχνικοεπιστημονικής πράξης μεταβάλλονται τα ίδια σε αντικείμενο επιστημονικής παρατήρησης, όπου ο παρατηρητής ανακαλύπτει ότι ο ίδιος και η επιβίωση του είναι μέρος του παρατηρούμενου.
Όμως το μέχρι σήμερα εξωφρενικό πρόταγμα της συνεχούς παραγωγής και κατανάλωσης πλούτου έχει λυγίσει ήδη τη βιόσφαιρα.
Ένας σχετικά νέος, υπολογιζόμενος δείκτης που φωτίζει έστω και ενδεικτικά την παράνοια αυτή είναι το ‘οικολογικό αποτύπωμα’ (oekologischer Fussabdruck ή ecological footprint) σχεδιασμένος από τον William Rees και Mathis Wackernagel.
Ο δείκτης αυτός, ουσιαστικά, αντιστοιχίζει τον παραγόμενο πλούτο από τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες στην απαιτουμένη επιφάνεια της γης για την υλοποίηση του πλούτου αυτού. Πριν 4-5 δεκαετίες, ο δείκτης αυτός για το σύνολο της γης ήταν περίπου στο 50-60%. Σήμερα, υπολογίζεται στο 130% και σε 2 δεκαετίες, αν συνεχιστούν οι ρυθμοί όπως σήμερα, θα είναι 200%, δηλ. θα χρειαστούμε και ένα δεύτερο πλανήτη γη για να αντεπεξέλθουμε.
Αν, σήμερα, όλοι οι άνθρωποι της γης κατανάλωναν το ίδιο όπως οι άνθρωποι των ανεπτυγμένων χώρων θα χρειαζόμασταν 3,5 πλάνητες (και οι έλληνες ευρίσκονται πολύ ψηλά στην παγκόσμια κατάταξη). Αρκετές χώρες έχουν αρχίσει ήδη να δημιουργούν μηχανισμούς υπολογισμού του δείκτη αυτού και να τον αντιπαραθέτουν στο ΑΕΠ τους.

«Ακόμη κι αν αυτοί που θέλαμε δεν γίναμε ακόμη κι αν αυτοί που ήμασταν δεν μείναμε. Είμαστε ακόμα εδώ, είμαστε ακόμα εδώ, ψάχνοντας στα τυφλά καινούριους τρόπους…
(«Είμαστε ακόμα εδώ», των Αδελφών Κατσιμίχα)


Όλη αυτή η γενικευμένη κρίση της μέχρι σήμερα τάξης πραγμάτων σηματοδοτεί, σύμφωνα με ένα μεγάλο αριθμό των διανοουμένων, το τέλος της νεωτερικής περιόδου και προεξοφλεί την έναρξη μιας νέας εποχής .
Από κοινωνικοπολιτικής άποψης, σήμερα, υπάρχουν απ’ τη μια πλευρά, οι αποκαλούμενοι είτε αριστεροί , είτε δεξιοί -που θέλουν να διαφυλάξουν με κάθε τρόπο τη βιομηχανική τάξη πραγμάτων- και από την άλλη πληθαίνουν, συνεχώς, οι άνθρωποι που συνειδητοποιούν τα προβλήματα της φτώχιας του περιβάλλοντος, της κρίσης των μεγαλουπόλεων, την απουσία δημιουργικότητας και νοήματος ζωής, προσπαθώντας να εφεύρουν ή να ανακαλύψουν διεξόδους από αυτή την τάξη πραγμάτων.
Ήδη, από τη δεκαετία 1970, αναπτύχθηκε και στην Ευρώπη ένα πρώτο κύμα αντίστασης, ένα κίνημα που αμφισβήτησε την οικονομική ανάπτυξη και τον βιομηχανισμό, το οποίο, όμως, αλλοτριώθηκε και ενσωματώθηκε στην υφιστάμενη οικονομική και βιομηχανική τάξη πραγμάτων, με δούρειο ίππο τη νέα πολιτική της ευρωπαϊκής ένωσης τη λεγόμενη, τάχατες, αειφόρο ανάπτυξη (sustainable development).
‘Απεριόριστη οικονομική μεγέθυνση’ ή ‘απεριόριστη παραγωγή πλούτου ‘ απ’ τη μια και αειφορία απ’ την άλλη, είναι έννοιες ασύμβατες μεταξύ τους. Εκ των πραγμάτων, από την εποχή που ξεκίνησε η πολιτική αυτή έως σήμερα, ο πλανήτης έχει υποστεί τα πάνδεινα. Το οικολογικό αποτύπωμα πέρασε τα όρια του 100% , τα αποτελέσματα της ανθρωπογενούς δραστηριότητας στον πλανήτη γίνονται ολοένα και πιό ορατά.
Οποιοδήποτε κερασάκι μπαίνει πάνω στην τούρτα της απεριόριστης οικονομικής μεγέθυνσης και του καταναλωτισμού, είτε πράσινο ,είτε κόκκινο, είτε λιλά, είναι απλώς για να θολώνει τα νερά και να συντηρεί, όσο είναι δυνατό, την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων.
Απεριόριστη αύξηση του πλούτου με ανακυκλώσεις και άλλα πρασινοκίτρινα στολίδια είναι πλάνη.
Κάθε είδους ανάπτυξη κοστίζει σε ενέργεια, απαιτεί πρώτες ύλες, απαιτεί νέες παραγωγικές διαδικασίες, που και αυτές απαιτούν μια απ’ τα ίδια. Στην ανακύκλωση, για να μετατραπεί ένα σκουπίδι σε κάποιο υλικό πόρο απαιτείται ενέργεια π.χ. η ανάπτυξη των νέων λαμπτήρων χαμηλής κατανάλωσης ενεργείας θεωρήθηκε μεγάλη επιτυχία στον τομέα εξοικονόμησης ενεργείας. Με την επανάπαυση της χαμηλής κατανάλωσης και με το πρόταγμα της απεριόριστης παραγωγής και κατανάλωσης αγαθών γεμίσαμε τα βουνά και τους κάμπους με τους εν λόγω λαμπτήρες -και όπου χρειάζεται και όπου δεν χρειάζεται ή είναι ακόμα και βλαβερό- δημιουργώντας μια γενικευμένη φωτορύπανση. Πέραν του ότι, στο σύνολο της, η καταναλισκόμενη ηλεκτρική ενέργεια είναι μεγαλύτερη (όπου υπήρχε ένας λαμπτήρας πυρακτώσεως τώρα δεν μας πειράζει να βάλουμε 10 από τους άλλους) αν συνυπολογίσει κανείς και το ενεργειακό κόστος παραγωγής αλλά και το ενεργειακό κόστος της ανακύκλωσης των νέων αυτών ηλεκτρονικών λαμπτήρων, αυτό το ενεργειακό ανθρώπινο επίτευγμα οδήγησε, εν τέλει, σε μεγαλύτερη ενεργειακή σπατάλη παρά σε εξοικονόμηση ενέργειας .
Σ’ ότι αφορά την πράσινη, μπλέ ή κάθε άλλου είδους βουκολική οικονομική ανάπτυξη, έτσι που προτείνεται κατά καιρούς, δεν αποτελεί δα και το ιδεώδες της ανθρώπινης ύπαρξης. Να ζούμε, δηλαδή, ανάμεσα σε δάση από ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά και ηλεκτρικά σύρματα (παρόλο που τα ονομάζουμε «Πάρκα», όπως και τα βιομηχανικά «Πάρκα», σαν να θέλουμε να εξορκίσουμε το κακό) μόνο και μόνο για χάρη της λειτουργίας των κλιματιστικών στις βίλες μας, ή για τα ηλεκτρικά παράθυρα των σπιτιών ή για τη θέρμανση της πισίνας μας ή την κάθε φωτορύπανση ή τον ακατάσχετο καταναλωτισμό μας κ.λ.π.
Έχει δε καταντήσει να φαίνεται σαν ‘προσβολή απέναντι στο ανθρώπινο είδος’ το να υπάρχει έστω και μια βουνοκορφή, υψηλότερη απ΄ τα ‘επιτεύγματα ’ που αυτό κατασκευάζει, είτε είναι αυτά κεραίες τηλεφωνίας, είτε ανεμογεννήτριες, είτε καλώδια, ή οτιδήποτε άλλο, εκτός από φυσικό περιβάλλον.
Όλη αυτή η λεγόμενη πράσινη (η οτιδήποτε παρεμφερές) φιλοσοφία έχει νόημα μόνο σε μια κοινωνία όπου η συνεχής μεγέθυνση πλούτου και η απεριόριστη κατανάλωση δεν θα έχουν θέση.

Στις σκυφτές σου πλάτες πράγματα πολλά, φουντώνουν οι αυταπάτες σε θολά νερά.
(«Αυταπάτες σε θολά νερά», Φ. Πλιάτσικας)


Υποσχέσεις ότι ο νέος κόσμος της πληροφορίας θα εξοικονομούσε υλικά και ενέργεια και ότι ο νέος κόσμος των δικτύων υποσχόταν την πολυπόθητη αναγέννηση του πνεύματος και επιτέλους την απεμπλοκή του ανθρώπου από τους «γήινους κύκλους» και τους υλικούς πόρους, αποδεικνύονται λάθος. Σήμερα, γίνεται φανερό ακριβώς το αντίθετο: Το ιντερνέτ συμβάλει στην υπερθέρμανση (εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα ) του πλανήτη περισσότερο από το σύνολο των αεροπορικών πτήσεων.
Ένα μόνο ερώτημα σε μια μηχανή αναζήτησης απαιτεί τόση ενέργεια όση απαιτεί μια λάμπα 60 βατ σε μια ώρα.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, ο περιβόητος κόσμος της εικονικής πραγματικότητας αλλά συνεχίζει να υφίσταται αυτός της αδυσώπητης πραγματικότητας της κατασπατάλησης πόρων και της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Και όσοι είναι εξοικειωμένοι με τη φυσική γνωρίζουν ότι σε κάθε μεταβολή ενέργειας (π.χ. σε όλες τις βιομηχανικές διαδικασίες) αυξάνεται η εντροπία, μετατρέπεται δηλαδή, η ‘τάξη’ σε άχρηστη αταξία. Αυτή την εποχή η Εντροπία στη γη αυξάνεται δραματικά κι αυτό όχι μόνο είναι δυνατό να υπολογιστεί, αλλά το βλέπουμε πλέον σαν συνεχή ανάπτυξη της ερημοποίησης και της υποβάθμισης του πλανήτη που αφήνει το αποτύπωμα της επέλασης του πολιτισμού μας. Η παγκοσμιοποίηση και η ισοπέδωση της διαφορετικότητας είναι ύψιστη μορφή αύξησης της εντροπίας.
Η μοναδική τάξη που μπορεί να αυξάνεται και η οποία προέρχεται από ενέργεια έξω απ’ τη γη είναι αυτή των φυσικών βιοσυστημάτων.
Και ας μην κοροϊδευόμαστε. Όλη η περιβόητη ανάπτυξη μας οφείλεται στην κατασπατάληση αυτής της τάξης που αναπτύχτηκε εξ αιτίας της ηλιακής ενέργειας σε διάστημα δισεκατομμυρίων χρόνων πριν.
Το πετρέλαιο είναι δημιουργηθείσα υπεραξία (τάξη) την οποία σπαταλήσαμε για την παραγωγή της υποβαθμισμένης υπεραξίας της ανάπτυξης μας.
Σήμερα για την παραγωγή κάθε κιλού τροφίμων στη δύση απαιτείται μεγάλη ποσότητα πετρελαίου. Εκτιμάται ότι κάθε μπουκιά των ‘υπερπολιτισμένων’ ανθρώπων ταξιδεύει αρκετές χιλιάδες χιλιόμετρα πριν να καταλήξει στο στομάχι τους.
Καθημερινά, εξανεμίζουμε ηλιακή ενέργεια 600.000 ημερών της λιθανθρακοφόρου περιόδου της παλαιοζωικής εποχής.


Όσες κι αν χτίζουν φυλακές, κι αν ο κλοιός στενεύει ο νους μας είναι αληταριό, που όλο θα δραπετεύει
(στίχοι Θ. Παπακωνσταντίνου στο τραγούδι «Αερικό»)


Όλη αυτή η σχεδιασμένη και οδηγημένη από τον ανθρώπινο νου ‘ ζωή’
είναι αντιθετική στη ‘φύση της ζωής’.
Οι κοινωνίες όμως, όπως και η φύση, δεν είναι μαθηματικά και επιστημονικά υποκείμενα, υπολογίσιμα και προβλέψιμα ώστε να είναι πλήρως ελέγξιμα. Ακόμη κι αν μας δίνουν την εντύπωση του ελεγχόμενου μαζικοανθρώπου, κινούνται σύμφωνα με τους νόμους της ζωής και διέπονται από αυτούς, με ‘υπερχαοτικά’ χαρακτηριστικά και με μηχανισμούς, ασύλληπτους για τις δυνατότητες του ανθρώπινου νου.
Η κοινωνία του μαζικοανθρώπου ίσως φαίνεται να είναι ένα αδρανές μόρφωμα υποκείμενο στους νόμους της καθεστηκυίας τάξης, όμως η ζωή ασφυκτιά και ψάχνει διεξόδους κινούμενη με τους δικούς της νόμους.
Είτε δεξιές, είτε αριστερές, οι λύσεις με ‘προμετωπίδα’ τη «συνεχή οικονομική ανάπτυξη» είναι ουσιαστικά και οι δυο συντηρητικές εκδοχές του συστήματος, δηλαδή, μη ανατρεπτικές .
Δεν είναι δυνατόν, ούτε δεξιοαριστερόστροφες, ούτε λαϊκές, ούτε σοσιαλδημοκρατικές προσεγγίσεις, είτε πράσινες, είτε κόκκινες, είτε μπλε, είτε τουρκουάζ, να προκύψουν μέσα από ένα θεσμικό πλαίσιο και μια κυριαρχούσα ιδεολογία που έχει καθορίσει η καθεστηκυία τάξη πραγμάτων και που αποκλείει οτιδήποτε πέραν των αγοραίων στόχων της. Αυτός είναι και ο λόγος που απορροφήθηκαν και ενσωματώθηκαν όλα τα ρεφορμιστικά κοινωνικά ρεύματα που αναπτύχθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες και τα οποία ‘έπαιξαν’ με τους όρους της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων.
Στις ανεπτυγμένες χώρες οποιαδήποτε κατηγορήματα (πράσινα, αειφόρα κ.λ,π.) στολίζουν το πρόταγμα της συνεχούς οικονομικής ανάπτυξης και παίζουν με τους προαναφερθέντες όρους, είναι καλοδεχούμενα από την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων.
Όμως διάφορων ειδών Κοινωνικά ρεύματα, τα οποία χαρακτηρίστηκαν απαξιωτικά ως ‘ απολιτίκ’, είτε από τους δεξιούς, είτε απ’ τους αριστερούς ‘κοματίκ ‘ και που αμφισβητούν την καθεστηκυία τάξη του βιομηχανισμού και της παραγωγής και της συσσώρευσης πλούτου, που κατανόησαν και αρνούνται το αδιέξοδο του προτεινόμενου life style και της αναπόφευκτης απ’ αυτό καταστροφής του πλανήτη και δεν συμμετέχουν στους μηχανισμούς διοίκησης και συντήρησης της σημερινής τάξης πραγμάτων, φαίνεται να είναι ο μοναδικός σπόρος της ανατροπής της καθεστηκυίας τάξης. Τα ρεύματα αυτά αυτοοργανώνονται σε διάφορα κοινωνικά μορφώματα και δοκιμάζουν να αυτό-θεσμοθετήσουν και να εφαρμόσουν κάθε νέα ιδέα που απορρίπτει τα ιδεολογήματα της υφιστάμενης τάξης πραγμάτων.
Προσπαθούν να ανακαλύψουν οποιαδήποτε άλλη αξία ή κουλτούρα, πέραν αυτής του εμπορεύματος. Κάθε νέα ιδέα που υλοποιείται συλλογικά από μέρος της κοινωνίας και δεν ευνοεί τα προτάγματα και τις ιδεοληψίες της υφιστάμενης τάξης πραγμάτων είναι εν δυνάμει ανατρεπτική. Είναι η απόπειρα εξόδου της ζωντανής κοινωνίας από το φαύλο κύκλο του καταναλωτισμού και της ομογενοποίησης των πάντων.
Άμυνα της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων φαίνεται να είναι ο εκφυλισμός δια της ενσωμάτωσης στο ‘γενικό σύστημα’ , κάθε παρέκκλισης, με δήθεν προσεταιρισμό, εναγκαλισμό και υποκριτική υποστήριξη της. Όμως δεν είναι πάντα επιτυχής.
Όλες οι παραπάνω κοινωνικές κινήσεις, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, δεν έχουν χαρακτηριστικά βίαιων κινημάτων, αλλά αθόρυβων, ανεξέλεγκτων μεταμορφώσεων και αυτό είναι το επικίνδυνο για την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων.

Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον …στο μέλλον που φτιάχνετε όπως θέλετε….
(Είναι οι γνωστοί στοίχοι τραγουδιού του Δ. Τσακνή)

Περιβαλλοντολογικές ομάδες, εναλλακτικές κοινότητες, κοινότητες αλληλοβοήθειας, τοπικά συστήματα ανταλλαγών, συστήματα εναλλακτικών νομισμάτων, συνδρομητική χρήση κοινόχρηστων αγαθών κ.λ.π. Όλες αυτές οι συλλογικές κινήσεις έχουν κύριο χαρακτηριστικό τους, την αλληλεγγύη κοινωνικών ομάδων απέναντι στους καταναγκασμούς και απέναντι σε ένα απάνθρωπο σύστημα, καθώς και την παράκαμψη και την αδιαφορία απέναντι σε έννοιες όπως αυτές της ‘αγοράς’ και του ‘εμπορεύματος” . Όλη αυτή η κίνηση είναι η απόπειρα μιας κοινωνίας που πασχίζει να εφεύρει το μέλλον της και η οποία γνωρίζει ότι οι κοινωνικά λιγότερο δαπανηρές λύσεις στα συλλογικά προβλήματα είναι οι συλλογικές λύσεις.
Όμως, πέρα από τα συλλογικά μορφώματα, σημαντικό ρόλο παίζουν και ατομικές προτάσεις φωτισμένων ανθρώπων που δεν καταδέχονται να θυσιάσουν την πνευματική τους ελευθερία ή τη συνολική ανθρώπινη υπόσταση τους στο βωμό του εμπορεύματος και με τη ζωή τους και τη δράση τους (συχνά χαρακτηριζόμενη ως περιθωριακή) παραδειγματίζουν, δημιουργώντας ρήγματα και τριγμούς στο αποστεωμένο φαντασιακό μιας κοινωνίας, αποσαθρώνοντας το.
Για ένα σύστημα που καθημερινά, απροκάλυπτα δηλώνει ότι οι μηχανισμοί συντήρησής του και οι ύπουλες κινητήριες δυνάμεις του είναι ο ‘καταναλωτισμός’ και η περιβόητη ‘συνεχής οικονομική μεγέθυνση’ ή αλλιώς ‘οικονομική ανάπτυξη’, η πλέον ανατρεπτική και αλλεργιογόνος για την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων πρόταση στις αναπτυγμένες χώρες είναι "όχι στον καταναλωτισμό" και "όχι στη συνεχή οικονομική μεγέθυνση".
Ο Clive Hamilton στο βιβλίο του Affluenza, το οποίο αναφέρεται στην Αυστραλία, υπολογίζει το ποσοστό αυτών που αποκαλεί downshifters, δηλαδή αυτών που αποφάσισαν συνειδητά να αλλάξουν δουλειά και τρόπο ζωής, θυσιάζοντας το εισόδημά τους και τις ανέσεις τους για μια καλύτερη ποιότητα ζωής, σε ένα 20 με 30% του πληθυσμού (από την ομιλία του καθηγητή Πανεπιστημίου Βαρκελώνης Γ. Καλλη).
Από το έτος 2000 περίπου ταράχτηκε η κοινότητα των οικονομολόγων από τις διαμαρτυρίες φοιτητών των οικονομικών επιστημών, σε γαλλικά πανεπιστήμια, που αμφισβήτησαν τους δασκάλους τους με τη μαθηματικολαρτική αντίληψη της ζωής που έχει δημιουργήσει τόσα δεινά στους ανθρώπους και δημιούργησαν ένα κίνημα το οποίο μεταδόθηκε αστραπιαία και έχει οπαδούς στα Πανεπιστήμια Cambridge, Oxford, Harvard και σε πανεπιστήμια άλλων χωρών.
Σήμερα εκδίδουν αυτοί οι αιρετικοί του φονταμενταλίστικου οικονομισμού ένα on line περιοδικό στο διαδίκτυο με τίτλο Real-World-Economics Rewiew (www.paecon.net)
Όλη αυτή η κινητικότητα μέρους της κοινωνίας δεν ακολουθεί ούτε ιδεολογίες, ούτε σχήματα, αλλά είναι ποικιλόμορφη και απρόβλεπτη όπως η ίδια η ζωή. Μέσα σ’ αυτήν την κινητικότητα της κοινωνίας, διανοούμενοι επιχειρούν να φωτίσουν τα γεγονότα και να κάνουν προτάσεις στην κοινωνία.

Ας κρατήσουν οι χοροί και θα βρούμε αλλιώτικα στέκια επαρχιώτικα, βρε, ώσπου η σύναξις αυτή σαν χωριό αυτόνομο να ξεδιπλωθεί
(στίχοι τραγουδιού του Δ. Σαββόπουλου)


ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗ

Είναι η πρόταση , που, παρόλο που είναι σχετικά νέα, κερδίζει πολύ γρήγορα έδαφος και γύρω από την οποία υπάρχει πολύ μεγάλη κινητικότητα.
Ο όρος ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗ αποδίδει στα ελληνικά το γαλλικό décroissance, ή το αγγλικό de-growth, όρος ο οποίος πρωτοεισήχθη από τους οικονομολόγους Jacques Grinevald του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης και Serge Latouche του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Ο τελευταίος είναι ένας από τους κύριους θεωρητικούς της κοινωνίας της ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗΣ και έχει γράψει σειρά δημοφιλέστατων βιβλίων πάνω στο θέμα και πολλά άρθρα στη Γαλλική και Διεθνή έκδοση της Le Monde.
Η ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗ έχει ήδη αρκετούς οπαδούς στον κόσμο και έχει ήδη γίνει αποδεκτή από διάφορα κοινωνικά κινήματα και ανθρώπους του πνεύματος. Στη σύγχρονη εποχή της κρίσης του αχαλίνωτου βιομηχανοοικονομισμού φαίνεται να είναι πειστική ως μια διέξοδος. (www.degrowth.net)
Το δεύτερο διεθνές συνέδριο της κίνησης θα γίνει το Μάρτιο του 2010 στην Ισπανία.
Ο Latouche βασίζεται στην απλούστατη και αυτονόητη αρχή ότι «δεν μπορείς να παράγεις απεριόριστο πλούτο από κάτι που έχει όρια» . Αυτό αποτελεί και έναν γενικότερο κανόνα που ισχύει και επαληθεύεται σε όλους τους έμβιους οργανισμούς , ότι δηλ. υπάρχουν όρια σε οποιαδήποτε απεριόριστη μεγέθυνση.
Και μόνο η ηχητική της παραπάνω λέξης ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗ θα πρέπει να προκαλεί ρίγος, αποστροφή και αλλεργία στα απανταχού ιερατεία των καθοδηγητών και οπαδών της οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και αμηχανία, ερωτηματικά και ακαθόριστα συναισθήματα στο απολιθωμένο φαντασιακό της κοινωνίας.
Για την ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗ, εκτός των άλλων, έχει μεταφραστεί και στα Ελληνικά και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΒΑΝΙΑΣ το βιβλίο του Serge Latouche «Το στοίχημα της Αποανάπτυξης».
Αποανάπτυξη, σύμφωνα με τους υπερμάχους της, δεν είναι το αντίθετο της οικονομικής μεγέθυνσης, αλλά στροφή της κοινωνίας σε κάτι εντελώς διαφορετικό. Οι κοινωνίες πρέπει να απεγκλωβιστούν από την εμμονή της απεριόριστης συσσώρευσης και αχαλίνωτης κατανάλωσης, απ’ το φετιχισμό του εμπορεύματος και της νίκης του οικονομισμού επί των κοινωνιών , απ’ τη χρησιμοθηρική αντίληψη του κόσμου, απ’ το κυνήγι της αύξησης της παραγωγικότητας και του χρόνου εργασίας,
Η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι ούτε καν οικονομικά βιώσιμη. H αίσθηση ότι αναπτυσσόμαστε οφείλεται στο ψέμα του δείκτη που λέγεται ΑΕΠ και ο οποίος δεν υπολογίζει το περιβαλλοντικό ή κοινωνικό κόστος, και μετρά τα χρήματα που δαπανώνται για την αποκατάσταση των προβλημάτων που δημιουργεί η ίδια η ανάπτυξη ή την κατασκευή φυλακών κ.λ.π., ως ανάπτυξη. Σήμερα αντιμετωπίζουμε τις συνέπειες που κουκουλώναμε στο παρελθόν. Η επιλογή που αντιμετωπίζουμε σήμερα δεν είναι μεταξύ ανάπτυξης και από-ανάπτυξης. Είναι μεταξύ μιας καταστροφικής και ανεξέλεγκτης ύφεσης και μιας ελεγχόμενης και βιώσιμης από-ανάπτυξης.
Τα επιτόκια στα δάνεια βασίζονται σε εξωπραγματικές προσδοκίες ανάπτυξης. Ουσιαστικά δανειζόμαστε από το μέλλον, με την πίστη ότι θα γινόμαστε πάντα πιο πλούσιοι για να ξεπληρώσουμε το χρέος. Η φούσκα όμως έσπασε. Η φανταστική οικονομία των προσδοκιών ξεπέρασε κατά πολύ την πραγματική οικονομία των περιορισμένων φυσικών και ανθρώπινων πόρων.
Η Αποανάπτυξη δεν θα είναι ίδια σε όλα τα κράτη.
Μόνον οι εξαθλιωμένοι άνθρωποι του τρίτου κόσμου πρέπει να αποκτήσουν κάποιο επίπεδο ευημερίας (οικονομικής ανάπτυξης) καλύπτοντας τις βασικές τους ανάγκες και συγχρόνως, να πειστούν ότι το δυτικό υπερκαταναλωτικό όνειρο δεν είναι μόνο μια φενάκη αλλά και η αιτία για την κατάσταση στην οποία περιήλθαν.
Αποανάπτυξη, όπως λέει ο καθηγητής Latouche δεν είναι δόγμα, αλλά μια πηγή από την οποία θα αναβλύσουν, στο εξής, διαφορετικές εναλλακτικές προσεγγίσεις. Η αύξηση και η ανάπτυξη είναι δυο μύθοι της οικονομίας που οδηγούν τον κόσμο σε αφανισμό, λέει ο Latouche. Η Αποανάπτυξη θα ανοίξει ξανά το χώρο της δημιουργικότητας καθώς θα απελευθερωθούμε από τον οικονομικό ολοκληρωτισμό.

Εν συντομία μερικά σημεία της πρότασης:
- Η πόλη είναι κύριος φορέας και τόπος παραγωγής της οικονομικής ανάπτυξης. Συνεπώς, Αποανάπτυξη είναι πορεία αποαστικοποίησης.
- Περιορισμός του παγκοσμίου εμπορίου.
- Περιορισμός αναλώσιμων καταναλωτικών αγαθών, σχεδιασμός ανθεκτικών προϊόντων πολλαπλών χρήσεων.
- Η παραγωγή θα μεταφερθεί στον τόπο κατανάλωσης ( τοπικές παραγωγές μικρού μεγέθους).
- Μείωση του χρόνου εργασίας επωφελούμενοι από το σημερινό επίπεδο παραγωγικότητας.
- Θα υπάρξει δραστική μείωση του κόστους ενέργειας, του κόστους ψυχοσωματικών επιπτώσεων και του κόστους υγείας και της εγκληματικότητας.
- Ριζική μείωση των δαπανών μάρκετινγκ, δραστικός περιορισμός των ρυπογόνων και σπάταλων σε φυσικούς πόρους δραστηριοτήτων, δημιουργία προϊόντων με μεγαλύτερο κύκλο ζωής, επιστροφή στη μη βιομηχανοποιημένη και εντατικοποιημένη γεωργία, χωρίς επιβάρυνση του περιβάλλοντος, αλλαγή του μοντέλου μαζικού τουρισμού σε άλλες ήπιες κατευθύνσεις .
- Επανεξέταση και απολογισμός της τεχνολογικής καινοτομίας.
- Αναπροσανατολισμός της έρευνας. Περιορισμός της σπατάλης της ενέργειας όπου είναι δυνατόν. (Να καλύπτουμε στο μέλλον το υπάρχον επίπεδο με το 1/4 της σημερινής καταναλισκόμενης ενέργειας με ήπιες μορφές ενέργειας) .
- Αποεμπορευματοποίηση αγαθών και υπηρεσιών (όπως μέχρι πρότινος η κοινωνία κάλυπτε, μπορεί και πάλι να καλύψει μέσα από σχέσεις αλληλεγγύης). Οι κοινωνίες θα ανακαλύψουν και πάλι την κουλτούρα του δώρου .
- Ριζική μείωση του χρόνου εργασίας και συγχρόνως ανάπτυξη συλλογικών μορφών οργάνωσης για ικανοποίηση κοινωνικών αγαθών.
- Θα αναπτυχθούν θεσμοί κοινωνικής αλληλεγγύης, όπως αυτοί που λειτουργούν εδώ και πολλά χρόνια σε διάφορες χώρες.
- Σαν σύστημα διακυβέρνησης προτείνεται μια πραγματική πλήρως αποκεντρωμένη άμεση δημοκρατία.

Στο πλαίσιο ερευνητικών δικτύων, σε διάφορα πανεπιστήμια, οικονομολόγοι ερευνούν τις οικονομικές παραμέτρους της Αποανάπτυξης σε μακροοικονομικά μοντέλα, όπως αυτό του καθηγητή Peter Victor, από το Τορόντο.
Ήδη υπάρχουν διάφορες πιλοτικές πρωτοβουλίες σε επιμέρους τομείς της Αποανάπτυξης.
Σε μια τέτοια πρωτοβουλία συμμετέχουν 130 δήμοι, κυρίως από το Ηνωμένο Βασίλειο, που έχουν στρατευθεί στην υπόθεση της ενεργειακής Αποανάπτυξης και της επιστροφής της παραγωγής κοντά στον τόπο όπου καταναλώνονται τα προϊόντα.

Σύμφωνα με τον επικρατούντα οικονομισμό, όλα αυτά, συλλήβδην, είναι καταστροφικά. Ίσως οι οικονομικοί δείκτες να μην ευημερούν με τη σημερινή μορφή τους, όπως θα επιθυμούσαν οι λεγόμενες «αγορές» (δηλ. οι επίσημοι τοκογλύφοι) όμως, αυτό θα αντισταθμιστεί με το να ζούμε πιο ισορροπημένα και να μην υφιστάμεθα τους σημερινούς θορυβώδεις καταναγκασμούς, με το να τρώμε υγιεινά προϊόντα, να ανακαλύψουμε τις αληθινές και ζεστές ανθρώπινες σχέσεις και τις σχέσεις του ανθρώπου με τη φύση και γενικότερα να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για την εξέλιξη ενός νέου ανθρώπινου όντος.
ΒΙΟΚΕΦΑΛΑΙΟ (BIOKAPITAL)
Μια άλλη πρόταση έρχεται από το Γερμανό βιολόγο-φιλόσοφο Andreas Weber, στο βιβλίο του Biokapital. Ο Weber, γνωρίζοντας ότι η φύση είναι ο μοναδικός παραγωγικός και συγχρόνως αειφόρος παραγωγός υλικών, επιχειρεί να ανακαλύψει και να συνάγει εκείνα τα βιο- αξιώματα και βιο-ηθικές αξίες, με τις οποίες λειτουργεί η ‘οικονομία’ της φύσης, για να προτείνει μια βιοοικονομία, παραθέτοντας 10 αξιώματα για την βιοοικονομία. Περιγράφει δε δυο σύγχρονες οικονομικές δομές δραστηριοτήτων που επιχειρούν με παρόμοια κριτήρια:
Ένα εγχείρημα του βιολόγου Edgar Reisinger στην Θουριγγία και μια μικρή κοινότητα στις Αυστριακές Άλπεις που, αιώνες τώρα, ζει περίπου με ίδιους ρυθμούς.
«Μπορούμε πλέον σήμερα να απαλλαγούμε από το μύθο του «πολέμου όλων εναντίων όλων», του φιλελευθερισμού καθώς και της «ταξικής πάλης» σαν αντικειμενική πραγματικότητα.
Οι πρώτες ανθρώπινες κοινωνίες και οι τελευταίες που δεν έχουν ισοπεδωθεί και απορροφηθεί από τη λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης ακολουθούσαν δρόμους και κανόνες φυσικής οικονομίας. Όπως καταδεικνύει πλέον η βιολογία, η φύση δεν είναι η αλληλοσφαγή όλων, όπου το δυνατό τρώει το αδύναμο, αλλά στην οικονομία της φύσης ενυπάρχει μια βαθιά ποιητική διεργασία.
Λειτουργεί μια διαρκής μεταμόρφωση όλων σε όλα. Μια αλληλεξάρτηση που συνεχώς αναπροσαρμόζεται. Χαρακτηριστικό δεν είναι η βία αλλά η συνέργεια και η συμβίωση και η βαθειά αλληλεξάρτηση όλων των ειδών και μορφών της ζωής, ώστε είναι αδιανόητο να εξαιρέσει κανείς και το παραμικρό είδος ζωής απ’ αυτόν τον ιστό.
Στην οικονομία της λεγόμενης ανθρωπογενούς αγοράς των καρτέλ, των μονοπωλίων και των αυξανόμενων «global players» φαραωνικού τύπου με κολοφώνιες και αδιαφανείς δομές, η φύση αντιπαραθέτει μια οικονομία οικοσυστημάτων, με χαρακτηριστικά την πολύ λεπτή ισορροπία μεταξύ μιας μεγάλης ανεξαρτησίας και μιας μεγάλης εξάρτησης.
Το Ακαθάριστο Προϊόν ενός οικοσυστήματος ευρίσκεται στην ομορφιά του, την πληρότητα και την ποικιλότητα του. Μόνο ένα σωστό ανέγγιχτο οικοσύστημα είναι όμορφο και μόνο σε ένα τέτοιο σύστημα και η ανθρώπινη οικονομία μπορεί να ανθίσει.
Στην οικονομία της φύσης η ανάπτυξη που υπάρχει είναι εκείνη της ποικιλότητας, της πολυμορφίας, του βάθους και της σταθερότητας. Μέσα σ΄ αυτό που νομίζουμε ότι είναι ένας αδυσώπητος αγώνας «όλων εναντίων όλων», ουσιαστικά ευρίσκεται η δημιουργική διεργασία παραγωγής ενός πλέγματος συμβιωτισμού, στο οποίο είναι αδύνατο να μιλήσεις για νικητές και ηττημένους. Περιέχει την ελευθερία του κάθε ατόμου μέσα σε ένα πλαίσιο ορίων και κανόνων».

Πάμε για άλλες πολιτείες…
(Ε. Βιτάλη σε σύνθεση του Στ. Σπανουδάκη)


Είναι σαφές ότι σήμερα η μεγάλη πλειοψηφία του γενικοανθρώπου, ή του λεγόμενου μέσου ανθρώπου, δεν συντάσσεται με παρόμοιες σκέψεις ή προσπάθειες. Ο εγκλωβισμός του και η εξάρτηση του από τον τρόπο ζωής που δημιούργησε καθιστούν το νου του αδρανή, ακόμα και αν λογικά βλέπει τα αδιέξοδα του.
«Η πιό εξαρτησιογόνα ουσία που γνωρίζω σήμερα είναι το πετρέλαιο» αναφέρει σαρκαστικά ο αμερικανός συγγραφέας Κερτ Βόννεγκατ στο βιβλίο του: «Ένας άνθρωπος χωρίς πατρίδα».
Ίσως, πραγματικά, πρέπει, σήμερα, κάθε κοινωνική αλλαγή να ειδωθεί ψυχρά σαν απεξάρτηση από εξαρτησιογόνες ουσίες. Και εδώ γνωρίζει ο ασθενής ποιο είναι το πρόβλημα του, αλλά δεν θέλει να το πιστέψει και να αλλάξει συμπεριφορά. Απολαμβάνει τις ουσίες που γνωρίζει ότι τον καταστρέφουν. Το ερώτημα που πρέπει να θέσουμε, όμως, είναι αν έχουμε τη δύναμη που απαιτείται για την απεξάρτηση και όχι να επικεντρωνόμαστε στο πρόβλημα «πως θα επιβιώσουμε τα επόμενα χρόνια».
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η αποστέωση του φαντασιακού της συνεχούς οικονομικής μεγέθυνσης που μοιάζει με τη χειρότερη εξαρτησιογόνα ουσία που έχει δοκιμάσει ποτέ ο άνθρωπος.
Μια κοινωνία που διακατέχεται από αναπτυξιολαγνικά σύνδρομα έχει αρκετή αδράνεια ως προς την αποθεραπεία της .
Η δυσκολία στην απεξάρτηση από τον εθισμό στην ανάπτυξη οφείλεται κυρίως στη μέχρι τώρα δυνατότητα της υφιστάμενης τάξης πραγμάτων να συντηρεί με διάφορους τρόπους τον εθισμό αυτό, είτε ιδεολογικά, είτε εκμεταλλευόμενη τις ανθρώπινες αδυναμίες, προκειμένου αυτή η τάξη να διαφυλάξει την εξουσία και τα συμφέροντα της.
Σήμερα, όμως, γίνεται καθαρό πλέον όσο ποτέ ότι πραγματική ευπορία και πλούτος είναι πια να μπορούμε να ζήσουμε.
Μονάχα αν προχωρήσουμε στην αποσάθρωση του απολιθωμένου φαντασιακού μας, όπως αυτό έχει σφυρηλατηθεί μέχρι σήμερα, θα αποδυναμώνονται οι κατά καιρούς δεξιοί η αριστεροί κυρίαρχοι που προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι λεγόμενοι συνεχείς εκσυγχρονισμοί που επιβάλλουν, αντιπροσωπεύουν ένα ακόμη παραπέρα βήμα προς τη γη της επαγγελίας και που κάθε αμφισβήτηση του είναι, κατ’ αυτούς, έγκλημα ή παραλογισμός.
Ζωντανοί οργανισμοί δεν είναι ούτε μηχανές, ούτε μαξιμαλιστές των οφελών τους. Και ο άνθρωπος δεν είναι μια ωφελιμιστική μηχανή κάλυψης των αναγκών, αλλά ένα πολυυπόστατο ον που πασχίζει με έναν παραγωγικό τρόπο να βρει τον εαυτό του.
Οι μη οικονομικές δραστηριότητες αποτελούν την ιδία την ουσία της ζωής. Σε μια νέα κοινωνία, το μέτρο του πλούτου δεν θα είναι το χρήμα, ούτε ο εργάσιμος χρόνος, αλλά ο ελεύθερος χρόνος που θα έχει γίνει παραγωγικός – δημιουργικός.
Οι ψυχές των ανθρωπίνων όντων στις λεγόμενες ανεπτυγμένες κοινωνίες ασφυκτιούν και ψάχνουν διέξοδο, ελευθερία. Μια ελευθερία της ανθρώπινης υπόστασης την οποία δεν είναι δυνατό να τους την προσφέρει ο μέχρι σήμερα προτεινόμενος τρόπος ζωής. Μια ελευθερία που αποτελεί την ουσία της ανθρώπινης φύσης και που έχει παρακμάσει μέσα στην καταναλώσφαιρα.
Η πρόσφατη κρίση δεν είναι η αιτία όλης αυτής της κίνησης του ανθρώπου. Η πρόσφατη κρίση, όπως κάθε κρίση, ίσως απλά αφύπνισε, ενεργοποίησε και προώθησε την αντιληπτική μας ικανότητα, αποσαθρώνοντας φανταστικές σταθερές.
Η κοινωνία αλλάζει υπόκωφα, έτσι ώστε δε γίνεται εύκολα αντιληπτή, ποικιλόμορφα, έτσι ώστε δεν είναι υπολογίσιμη, αυτόνομα, έτσι ώστε δεν είναι ελέγξιμη και κάποια στιγμή, όταν η αλλαγή έχει ήδη συντελεστεί σε μεγάλο βαθμό, το τείχος της κυριαρχίας του οικονομισμού που περικυκλώνει και που έχει εγκλωβίσει ασφυκτικά τη σημερινή βιόσφαιρα των ανθρώπων, θα καταρρεύσει το ίδιο γρήγορα όπως το τείχος του Βερολίνου.
Ίσως, τότε, η καθεστηκυία τάξη πραγμάτων χρησιμοποιήσει ωμή βία προκειμένου να διατηρήσει την επικυριαρχία της. Και αυτό είναι, ίσως, εκείνο που κάποιοι αποκαλούν επανάσταση της κοινωνίας.
Η Ελλάδα ακολουθεί από πολύ κοντά τις εξελίξεις, που κυρίως καθορίζονται από τις κυρίαρχες χώρες της δύσης και μάλιστα μέσα από πολύ στρεβλά μονοπάτια, μεταβαλλόμενη σταδιακά σε παρασιτικό κακέκτυπο τους.
Ίσως, όμως, η υστέρηση αυτή, στην ανατολή μιας νέας εποχής, να μετατραπεί σε συγκριτικό πλεονέκτημα.

Κι αν το λουλούδι ο άνεμος κ’ η καταιγίδα χθες, σαν μαραμένο το ‘κανε ,
και τι μ’ αυτό;
Υπάρχει πάντα ο σπόρος ο βουβός
που καιροφυλαχτεί
το πάθος για ν’ ανθίσει
στο πρώτο νεύμα του καιρού.

Δεν στέρεψε η πηγή
Μονάχα η δίψα έχει κρυφτεί.



Γ. Χ